Κυριακή πρωί.Ωρα 10:00.
Μόλις έχω φτάσει Λούτσα και έχω παρκάρει το αυτοκίνητό μου. Μεταξύ 2 beach bar που απέχουν μεταξύ τους κάμποσα μέτρα. Περίπου 100.
Όλα και όλοι είναι έτοιμοι και περιμένουν τον κόσμο που θα έρθει για το Κυριακάτικο μπάνιο.
Ομπρέλες-ξαπλώστρες, ιδιοκτήτες, υπεύθυνοι και προσωπικό. Τα πάντα προσαρμοσμένα με φιλότιμες προσπάθειες στις πρωτόγνωρες συνθήκες λόγω κορωνοϊού. Ομπρέλες και ξαπλώστρες σε απόσταση μεταξύ τους και προσωπικό με μάσκες. Καθόλου όμως εναρμονισμένα με το τοπίο αφού η κυριαρχία των σετ ομπρέλα/ξαπλώστρες είναι καταλυτική σε όλο το μήκος της παραλίας.
Δεν θέλω, χωρίς να υπάρχει ιδιαίτερος λόγος, να κάτσω σε κάποιο από τα δύο beach bar αλλά επιλέγω το ΕΛΕΥΘΕΡΟ μικρό κενό που έχουν αφήσει μεταξύ τους στην παραλία, προφανώς νόμιμα, και είναι περίπου 50 μέτρα. Τα 100 μέτρα απόσταση μεταξύ τους που ανέφερα παραπάνω αφορούν τις εγκαταστάσεις από την “πάνω” πλευρά του δρόμου.
Αυτό το ελεύθερο από ομπρέλες/ξαπλώστρες κενό, μέχρι πέρυσι ήταν σαφώς μεγαλύτερο αλλά λόγω κορωνοϊού έχει μικρύνει εμφανώς προς διευκόλυνση των επιχειρήσεων. Δικαιολογημένα.
Το πρώτο πρόβλημα είναι ότι για το ελεύθερο κομμάτι της παραλίας δεν υπάρχει πρόσβαση. Ο δρόμος και η παραλία έχουν υψομετρική διαφορά 8 σκαλιών περίπου. Ίσως με βαρελάκια ή έρποντας τα οπίσθια να τα καταφέρεις. Αφού προηγουμένως πετάξεις τα πράγματα σου κάτω.
Αναγκαστικά λοιπόν θα πας από τα σκαλιά του ενός ή του άλλου beach bar αφού ο ιδιώτης λόγω συμφέροντος έχει προβλέψει αυτό που ο Δήμος για τις ανάγκες των δημοτών και παραθεριστών δεν μπορεί να φανταστεί. Την πρόσβαση στην παραλία.
Βασικά την πρόσβαση στο ελεύθερο και κενό κομμάτι παραλίας που έχει απομείνει για όσους θέλουν απλά να πάνε με την δική τους ομπρέλα και τον δικό τους καφέ μια ωραία καλοκαιρινή μέρα να κολυμπήσουν στην Λούτσα.
Διαλέγω αναγκαστικά το ένα beach bar που βρίσκεται αριστερά μου και αφού πρώτα πάρω ένα κατά τα άλλα ωραίο καφέ take away από αυτό, κατεβαίνουμε οικογενειακώς την σκάλα πρόσβασης στην παραλία και αφού διανύω το μισό beach bar στην παραλία κινούμενος προς τα δεξιά φτάνω επιτέλους στο ελεύθερο κομμάτι παραλίας.
Στέκομαι ακριβώς ανάμεσα από τις τελευταίες ακριανές ξαπλώστρες των δύο beach bar και στήνω την ιδιωτική μου ομπρέλα. Μας χωρίζουν 25 μέτρα από κάθε ξαπλώστρα και από τις δύο πλευρές. Την οικογένειά μου και άλλη μία παρέα που και αυτοί είχαν ιδιωτική ομπρέλα.
Απόλαυση. Δεν κράτησε πολύ όμως.
Η Κυριακές του καλοκαιριού πάντοτε δίνουν έναν επιδρομικό χαρακτήρα στο πλήθος. Δικαιολογημένα.
Κάπως έτσι έμοιαζε ο κόσμος που κατέφθανε και που έψαχνε να κάτσει στο πλέον γεμάτο beach bar.
Το ότι δεν είχε κενή ομπρέλα/ξαπλώστρα ώρα 12:00 μάλλον ξεπερνούσε και τις προσδοκίες των υπευθύνων. Σίγουρα δεν αποθάρρυνε αλλά ούτε και ήταν αρκετό να πείσει τους εκδρομείς να επιλέξουν κάποιο άλλο beach bar. Το εκ δεξιών μου για παράδειγμα ήταν μισογεμάτο.
Αισθάνθηκα τυχερός κάτω από την ομπρέλα μου. Δεν κράτησε πολύ όμως.
Πολύ γρήγορα τρείς υπάλληλοι με ένα φτυάρι και ομπρέλες/ξαπλώστρες, εξυπηρετούσαν τον κόσμο που λαχταρούσε καφέ και μπάνιο. Τάχιστα συμπληρώθηκε μια σειρά και η απόσταση μεταξύ μας μειωνόταν πιο γρήγορα απ’ ότι εγώ σκέφτηκα “Αποκλείεται να φτάσει εδώ”.
Στο “Εδώ” είχε ήδη τοποθετηθεί δεύτερη σειρά και ξεκίνησε η τρίτη με ένα σετ μπροστά μου, μετά εγώ και συνέχιζαν απτόητοι και ανενόχλητοι στην πλάτη μου να τοποθετούν τις επόμενες. Σα να μην υπήρχαμε στον χώρο.
Πραγματικά, μέσα εκεί, “χτισμένος” από τρείς πλευρές ένιωσα σα να με δείχνουν με το δάχτυλο. Και πως εγώ και η οικογένεια μου ήμασταν εισβολείς.
Πως οι προσωπικές φιλοδοξίες μπορούν και εναρμονίζονται με το τοπίο αλλά μία ιδιωτική ομπρέλα με την ανάπτυξη σε καμία περίπτωση.
Φύγαμε αμέσως.
Ο διάλογος που ακολούθησε με τον υπεύθυνο του beach bar ελάχιστη σημασία έχει για μια Κυριακή που χάλασε από τις 12:15. Άλλωστε την ξαναφτιάχνεις παρακάτω.
Αυτό που θέλω να πω είναι πως η ανάπτυξη γίνεται με σεβασμό στο τοπίο και την αρχιτεκτονική παράδοση της περιοχής.
Παράδοση δεν είναι κάτι που αναπαράγεται μαζικά αλλά σύνθεση ατομικών συναισθημάτων και αναγκών με το περιβάλλον.
Συν ο πολιτισμός που προκύπτει από την ιδιαιτερότητα.
Σεβασμός στο τοπίο, εκτός των άλλων,σημαίνει αναγνώριση του δικαιώματος της απόλαυσης και της χαράς σε οποιονδήποτε στέκεται στο τοπίο.
Εγώ σε αυτά τα 100 μέτρα που στάθηκα δεν είδα κάτι τέτοιο.
Η παραλία δεν μπορεί να είναι εμπορεύσιμο είδος, ούτε κοινωνικό η οικονομικό προνόμιο.
Ο Δήμος είναι ΥΠΟΧΡΕΩΜΕΝΟΣ να αφήνει ελεύθερες από επιχειρήσεις ζώνες παραλίας και να φροντίζει για την πρόσβαση σε αυτά από όλους όσους επιθυμούν να τα χαρούν.
Όλοι πρέπει να φροντίζουμε για την ύπαρξη και την τήρηση αυτών των ζωνών. Και όχι μόνο.
Η συμπεριφορά αυτή, να ξεπερνάς αλόγιστα τα όρια που αιτήθηκες, πλήρωσες και σου δώθηκαν νόμιμα,τοποθετώντας ομπρέλες αχόρταγα και κυριαρχικά ακόμα και πάνω στην πετσέτα άλλων είναι τουλάχιστον αντιεπαγγελματικό και αντισυναδελφικό προς τους 2 γείτονες σου που ήταν μισογεμάτοι.
Το λιγότερο.
ΑΝΑΓΝΩΣΤΗΣ
Τελευταία ενημέρωση 20 Ιουλίου 2020 09:36:22 από News Room